Αγίων Κωνσταντίνου και Ελένης εορτάζουν 21 Μαΐου
Η Γέννηση των Αγίων
Ο Μέγας Κωνσταντίνος, ο πρώτος χριστιανός αυτοκράτορας, ο ιδρυτής της βασιλεύουσας της Κωνσταντινούπολης, γεννήθηκε στην πόλη Ναϊσσό, τη σημερινή Νίσσα της κεντρικής Σερβίας, γύρω στο έτος 275. Ήταν ο Πρωτότοκος γιος στην Οικογένεια.
Η Μητέρα του Αγία Ελένη υπήρξε πολύ ευσεβής και ενάρετη ως άνθρωπος. Γεννήθηκε στην πόλη Δρέπανο της Βιθυνίας (Μικράς Ασίας) περί το έτος 247, από πατέρα ξενοδόχο. Την πόλη αυτή ο Μ. Κωνσταντίνος μετονόμασε αργότερα Ελενόπολη, προς τιμή της μητέρας του. Νυμφεύθηκε τον Πατέρα του Μ. Κωνσταντίνου το 273 μ.Χ δηλαδή 2 χρόνια πριν την Γέννηση του Αυτοκράτορα.
Το χτίσιμο της Βασιλεύουσας (Κωνσταντινούπολη) κατά το Θέλημα του Υψίστου.
Όταν ο Κωνσταντίνος πήρε τη σχετική απόφαση, δεν επέλεξε αμέσως το Βυζάντιο, αλλά σκέφθηκε αρχικά τη γενέτειρά του Ναϊσσό, τη Σαρδική (Σόφια) και τη Θεσσαλονίκη στη συνέχεια.
Απ’ τα εμπόδια όμως που προέκυψαν, εννόησε ότι δεν ήταν θέλημα Θεού να προχωρήσει εκεί και μετέβη στο αρχαίο Ίλιο, όπου λέγεται πως είχαν στρατοπεδεύσει οι Αχαιοί στον πόλεμο κατά της Τροίας.
Εκεί σχεδίασε την πόλη όσο μεγάλη έπρεπε να γίνει και κατασκεύασε ακόμη και τις πύλες της. Αλλά κάποιο βράδυ παρουσιάσθηκε ο Κύριος στον ευσεβή βασιλέα, προτρέποντάς τον να επιλέξει άλλη τοποθεσία για πρωτεύουσά του.
Υπακούοντας στο θείο κέλευσμα, ο Κωνσταντίνος κατέληξε τελικά στο Βυζάντιο, του οποίου τη θέση θεώρησε ως την πλέον κατάλληλη για τον σκοπό του και αρεστή στον Θεό.
Κατά τη χάραξη των ορίων της νέας πόλης από τον Κωνσταντίνο, Άγγελος Κυρίου εμφανίστηκε σ’ αυτόν μόνο και τον καθοδηγούσε, προπορευόμενός του, μέχρι που σημείωσαν όλο τον χώρο, μέσα στον οποίο ήταν θέλημα Θεού να κτισθεί η πρωτεύουσα.
Η Αναζήτηση, η Εύρεση και τα Θαυμαστά σημεία από τον Τίμιο και Ζωοποιό Σταυρό.
Στην αναζήτηση του Τιμίου Σταυρού η τιμία βασίλισσα συναντά αρκετές δυσχέρειες.
Σύμφωνα με αρχαιότατη παράδοση, η εύρεση του Τιμίου Σταυρού από την Αγία είναι συνυφασμένη με το πρόσωπο του Αγίου Ιερομάρτυρα Κυριακού, επισκόπου στα Ιεροσόλυμα.
Ο Άγιος Κυριακός, Εβραίος στην καταγωγή, με το αρχικό όνομα Ιούδας, ήταν ο άνθρωπος που γνώριζε από τους προγόνους του το μέρος, όπου ήταν κρυμμένος ο Σταυρός του Κυρίου, αλλά δεν ήθελε να το αποκαλύψει στην Αγία Ελένη.
Αυτή τότε πρόσταξε να τον βάλουν σε ξεροπήγαδο για μια εβδομάδα, οπότε αναγκάστηκε από την πείνα και δίψα να υποδείξει τον χώρο του Γολγοθά και του Μνήματος του Χριστού.
Ο τόπος είχε καταχωθεί από τους Εβραίους, ένεκα φθόνου, οι δε ειδωλολάτρες, βλέποντας να προοσκυνήται από τους Χριστιανούς με ευλάβεια για τα εκεί τελούμενα θαύματα, είχαν ανεγείρει στον χώρο αυτό τέμενος της θεάς Αφροδίτης.
Με προσταγή της Αγίας το τέμενος κρημνίζεται και ανασκάπτεται ο χώρος, οπότε ανευρέθηκαν ο Γολγοθάς, το Πανάγιο Μνήμα, οι τρεις Σταυροί, του Χριστού και των δύο ληστών και οι άγιοι Ήλοι (καρφιά) της Σταύρωσης.
Η αναγνώριση του Τιμίου Σταυρού έγινε με το εξής θαύμα: Μία νεκρή γυναίκα οδηγείτο προς ενταφιασμό. Ο αρχιεπίσκοπος Μακάριος είπε να σταματήσει η νεκρική πομπή.
Μετά από θερμή προσευχή και τοποθετώντας διαδοχικά και χωριστά τους τρεις Σταυρούς πάνω στη νεκρή, ω του θαύματος!
Αυτή αναστήθηκε, όταν την άγγιξε ο τρίτος Σταυρός, ο Σταυρός του Κυρίου! Τότε η Αγία διέταξε και διαιρέθηκε ο Τίμιος Σταυρός.
Και το μεν ένα τμήμα τοποθέτησε σε αργυρή πολύτιμη θήκη και το άφησε στα Ιεροσόλυμα, το δε άλλο μετέφερε σε ταξίδι της από τα Ιεροσόλυμα στην Κωνσταντινούπολη.
Είναι απ’ αυτό το δεύτερο τμήμα, που άφησε κατά τόπους τεμάχια, σύμφωνα με την τοπική παράδοση, για την οποία θα μιλήσουμε στο επόμενο κεφάλαιο.
Την εύρεση του Τιμίου Ξύλου και των αγίων Ήλων τιμά η Εκκλησία μας στις 6 Μαρτίου.
Με το θαύμα της αναστάσεως της νεκρής γυναίκας από τον Σταυρό πιστεύει ο πιο πάνω Εβραίος Ιούδας, βαπτίζεται και μετονομάζεται Κυριακός, χειροτονείται αργότερα επίσκοπος (μάλλον χωρεπίσκοπος) στα Ιεροσόλυμα, και μαρτυρεί επί Ιουλιανού του Παραβάτου (361-363). Η Εκκλησία μας τελεί τη μνήμη του στις 28 Οκτωβρίου.
Αναφορικά με τους δύο άλλους Σταυρούς των ληστών, επειδή η Αγία αδυνατούσε να διακρίνει ποιος ανήκε στον «εκ δεξιών» Καλό Ληστή και ποιος στον «εξ αριστερών» και επειδή από την άλλη σκέφθηκε πως τόσα χρόνια θαμμένοι με τον Σταυρό του Χριστού είχαν πάρει κι αυτοί ευλογία, και δεν έπρεπε να παραμεληθούν, πρόσταξε να αποσυναρμολογηθούν, και με την εναλλαγή των οριζοντίων ξύλων τους να σχηματισθούν δύο νέοι Σταυροί. Έτσι ο καθένας τους περιείχε τεμάχιο του Σταύρου του Καλού Ληστή.
Ο Μ. Κωνσταντίνος υποδέχθηκε με μεγάλη χαρά το Ξύλο του Τιμίου Σταυρού, που μετέφερε με μεγάλη ευλάβεια η μητέρα του στην Κωνσταντινούπολη. Αλλά και τους αγίους Ήλους ο ευσεβής αυτοκράτορας αναφέρεται πως τοποθέτησε στην περικεφαλαία και τα χαλινάρια του αλόγου του, για προστασία και ευλογία στους πολέμους.
Αφού λοιπόν διήλθε η μακαρία Ελένη τη ζωή της με προσευχή, ταπείνωση και τόσα θαυμαστά έργα και αγαθοεργίες, αναπαύθηκε εν Κυρίω πιθανότατα στην Κωνσταντινούπολη περί τα έτη 328/329, σε ηλικία ογδόντα περίπου ετών.
Το άγιο σκήνος της μεταφέρθηκε στη Ρώμη από τον υιό της και κατατέθηκε στο μαυσωλείο (ροτόντα) γνωστό με το όνομα Tor Pignattara, μέσα σε μεγαλοπρεπή σαρκοφάγο από πορφυρίτη λίθο. Η σαρκοφάγος αυτή φυλάσσεται σήμερα στο Βατικανό Μουσείο.